Επικουρική θεραπεία με πλατίνα για τον καρκίνο του ανώτερου ουροποιητικού: Μείωση της πιθανότητας υποτροπής κατά 45%

    Ο καρκίνος του ανώτερου ουροποιητικού συστήματος, ιδίως της νεφρικής πυέλου και των ουρητήρων, αποτελεί έναν σπάνιο τύπο καρκίνου, αντιπροσωπεύοντας το 5-10% των ουροθηλιακών καρκινωμάτων. Σε περίπου το 55% των περιπτώσεων εμφανίζεται στη νεφρική πύελο, ενώ το 45% στον ουρητήρα, με το 70% αυτών να εντοπίζεται στο άνω τμήμα του ουρητήρα. Σε ανεπτυγμένες χώρες, ο τύπος αυτός του καρκίνου δεν εμφανίζεται συχνά και πλήττει περίπου 2 ανά 100.000 άτομα. Συνήθως εμφανίζεται στα πρώτα χρόνια της ενήλικης ζωής, με μεγαλύτερη συχνότητα στους άνδρες. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 17% των περιπτώσεων συνδυάζεται με καρκίνο της ουροδόχου κύστης.

    Ο καρκίνος του ανώτερου ουροποιητικού διαγιγνώσκεται συχνά σε προχωρημένα στάδια και συχνά συνοδεύεται από τη διάχυση της μυικής στοιβάδας της νεφρικής πυέλου ή του ουρητήρα σε περίπου 60% των ασθενών. Η πρόγνωση για τους ασθενείς με επιθηλιακό καρκίνο του ανώτερου ουροποιητικού είναι χειρότερη από αυτήν των ασθενών με καρκίνο της ουροδόχου κύστης. Τα κύρια συμπτώματα της ασθένειας είναι η ορατή αίματος στα ούρα (70-80%) και ο πόνος στη μέση (30%). Μέχρι πρόσφατα, η συνηθισμένη θεραπεία για τη μη μεταστατική νόσο ήταν η νεφροουρητηρεκτομή, ακολουθούμενη από τακτική παρακολούθηση με απεικονιστικές εξετάσεις.

    Ωστόσο, τα πράγματα άλλαξαν μετά τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων της μελέτης POUT το 2020, η οποία έδειξε τα οφέλη της επικουρικής χημειοθεραπείας με πλατίνα. Οι ειδικοί στη θεραπευτική κλινική του Νοσοκομείου Αλεξάνδρα, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Παθολόγος, Καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής), Δρ. Μαρία Καπαρέλου (Ογκολόγος-Παθολόγος), Αγγελική Ανδρικοπούλου και Θάνος Δημόπουλος (τ. Πρύτανης ΕΚΠΑ, Καθηγητής Ογκολογίας-Αιματολογίας και Διευθυντής της Θεραπευτικής Κλινικής) ανακεφαλαιώνουν τα βασικά ευρήματα της μελέτης.

    Σε αυτήν τη μελέτη, περιλαμβάνονταν 261 ασθενείς με μυοδιηθητικό καρκίνο του ανώτερου ουροποιητικού (με τοπικά εκτεταμένη νόσο ή με εμπλοκή λεμφαδένων) που μπορούσαν να λάβουν χημειοθεραπεία εντός 3 μηνών μετά τη χειρουργική επέμβαση για νεφροουρητηρεκτομή και λεμφαδενεκτομή. Οι ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν σε δύο ομάδες: εκείνους που υποβλήθηκαν σε παρακολούθηση και εκείνους που λάμβαναν επικουρική χημειοθεραπεία με γεμσιταβίνη και σισπλατίνη για τέσσερις κύκλους. Σε περιπτώσεις όπου οι ασθενείς δεν μπορούσαν να λάβουν σισπλατίνη λόγω μειωμένης νεφρικής λειτουργίας, χορηγήθηκε καρβοπλατίνη ως εναλλακτική. Τα ενημερωμένα αποτελέσματα της μελέτης POUT που ανακοινώθηκαν πρόσφατα παρουσίασαν μεγάλο χρονικό διάστημα παρακολούθησης, διάρκειας 5 ετών.

    Από τους ασθενείς που λάμβαναν χημειοθεραπεία, το 62% δεν είχε υποτροπή, σε αντίθεση με τον αντίστοιχο αριθμό των ασθενών που δεν έλαβαν χημειοθεραπεία, ο οποίος ήταν μόνο 45%. Η μελέτη έδειξε ότι η επικουρική χημειοθεραπεία με πλατίνα μειώνει τον κίνδυνο υποτροπής κατά 45%. Όσον αφορά στη συνολική επιβίωση, το 66% των ασθενών που υποβλήθηκαν σε χημειοθεραπεία ήταν εξακόσιοι έναντι του 57% των ασθενών που δεν έλαβαν. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι το όφελος από τη θεραπεία ήταν εμφανές ακόμη και για ασθενείς που έλαβαν καρβοπλατίνη αντί για σισπλατίνη. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτής της μελέτης, συνιστάται η επικουρική θεραπεία με πλατίνα για ασθενείς που υποβάλλονται σε νεφροουρητηρεκτομή για μυοδιηθητικό καρκίνωμα του ανώτερου ουροποιητικού συστήματος.
    Πηγή

    Τελευταία Νέα